Greek Meaning of paroled
υπό όρους απόλυση
Other Greek words related to υπό όρους απόλυση
Nearest Words of paroled
Definitions and Meaning of paroled in English
paroled (imp. & p. p.)
of Parole
FAQs About the word paroled
υπό όρους απόλυση
of Parole
παραδόθηκε,ελευθερωμένος,απελευθερωμένος,απελευθερωμένος,κυκλοφόρησε,Eγκεκριμένος,ανεμπόδιστη,δωρεάν,ανεξέλεγκτος
συλληφθείς,Αιχμάλωτος,αιχμαλωτισμένος,πιάστηκε,περιορισμένος,Φυλακισμένος,φυλακισμένος,συλληφθεί,δεμένος,Δούλος
parole => υπό όρους αποφυλάκιση, parol evidence rule => Κανόνας προφορικών αποδείξεων, parol => αναστολή, paroket => παπαγάλος, paroicous => μονογενής,