Greek Meaning of unshackling

απελευθέρωση

Other Greek words related to απελευθέρωση

Definitions and Meaning of unshackling in English

unshackling

to free from shackles

FAQs About the word unshackling

απελευθέρωση

to free from shackles

απελευθερωτικός,απόδοση δικαιώματος ψήφου,απελευθερωτικό,απελευθερωτικός,απελευθερωτικός,αναπήδησης,απελευθέρωση,απελευθερωτικός,ξεκλείδωμα,αγκυροβόλιο

Χαλινάρι,έλεγχος,περιοριστική,περιέχοντας,Ελεγχόμενος,κράσπεδο,Κυβερνών,κατοχή,ανασταλτικός,Ρυθμιστικό

unshackles => απελευθερώνει, unsewn => μη ραμμένο, unsewing => ξεκόλλημα, unsewed => άραφος, unsettlingly => ανησυχητικά ανησυχητικά,