Greek Meaning of one-shot

Μιάς χρήσης

Other Greek words related to Μιάς χρήσης

Definitions and Meaning of one-shot in English

FAQs About the word one-shot

Μιάς χρήσης

περιστασιακός,απλός,σπάνιος,διαλείπουσα,μία φορά,ασταθής,ακανόνιστος,nonce

κοινός,γνώριμος,συχνός,συνηθισμένος,περιοδικός,περιοδικό,επαναλαμβανόμενο,τακτικός,ρουτίνα,σταθερός

one-liners => αστεία μιας γραμμής, one and all => όλοι και ο καθένας, once in a blue moon => σπάνια, on-and-off => ασταθής, on top of => πάνω σε,