Greek Meaning of odiousness

αποστροφή

Other Greek words related to αποστροφή

Definitions and Meaning of odiousness in English

Wordnet

odiousness (n)

the quality of being offensive

FAQs About the word odiousness

αποστροφή

the quality of being offensive

φρικτός,φοβερός,αποτρόπαιος,φρικτός,βρώμικο,αποκρουστικός,άσεμνος,προσβλητικό,συγκλονιστικό,αποκρουστικός

αποδεκτός,ευχάριστος,γοητευτικός,ελκυστικός,ελκυστικός,φιλικός,νόστιμος,απολαυστικό,επιθυμητός,ονειρικός

odiously => απεχθώς, odinism => Odinισμός, odinic => οδινικός, odin => Όντιν, odic => ωδικος,