Greek Meaning of neanderthal man

Ο άνθρωπος του Νεάντερταλ

Other Greek words related to Ο άνθρωπος του Νεάντερταλ

Definitions and Meaning of neanderthal man in English

Wordnet

neanderthal man (n)

extinct robust human of Middle Paleolithic in Europe and western Asia

FAQs About the word neanderthal man

Ο άνθρωπος του Νεάντερταλ

extinct robust human of Middle Paleolithic in Europe and western Asia

βάρβαρος,κλόουν,εξόγκωμα,τρελός,Σκυλί διασταύρωσης,σκάντζοχοιρος,Φίδι,Γαλοπούλα,κακός,ανθρωποειδής

Εγκέφαλος,διάνοια,διανοούμενος,σοφός,στοχαστής,Ευφυής,φυτό,μάγος

neanderthal => Νεάντερταλ, neandertal man => Άνθρωπος του Νεάντερταλ, neandertal => Νεάντερταλ, neal => Νιλ, neaf => ασαφής,