Greek Meaning of mutt

Σκυλί διασταύρωσης

Other Greek words related to Σκυλί διασταύρωσης

Definitions and Meaning of mutt in English

Wordnet

mutt (n)

an inferior dog or one of mixed breed

FAQs About the word mutt

Σκυλί διασταύρωσης

an inferior dog or one of mixed breed

τρελός,κουτόφραγκος,μυαλό πουλιού,Μπλόκχεντ,κλόουν,κακαρίζω,κλαγκ,καμπίνα,Νεκροκεφαλή,βουτάω

Εγκέφαλος,διάνοια,Διάννοια,διανοούμενος,σοφός,στοχαστής,μάγος,πολυμάθης,Αναγεννησιακός άνθρωπος,φυτό

mutsuhito => Μουτσουχίτο, mutoscope => μηχανή με κινούμενες εικόνες, muton => αρνί, mutism => μουτισμός, mutisia => Μουτίσια,