Greek Meaning of murdering

murdering

Other Greek words related to murdering

Definitions and Meaning of murdering in English

Webster

murdering (p. pr. & vb. n.)

of Murder

FAQs About the word murdering

Definition not available

of Murder

φονικός,αιμοσταγής,βίαιος,Αμφιλεγόμενος,σκληρός,Άγριος,άγριος,ανθρωποκτόνος,αδίστακτος,αιματηρός

ηρεμιστικό,καλοήθης,συμπονετικός,συμβιβαστικός,αποπλιστικός,ανθρώπινος,ευγενικός,Ειρηνικός,ειρηνικός,ειρηνικός

murderee => Δολοφονημένος, murdered => δολοφονηθέντα, murder suspect => ύποπτος για φόνο, murder mystery => Αστυνομική ιστορία, murder indictment => Κατηγορία για φόνο.,