Greek Meaning of machining
κατεργασία
Other Greek words related to κατεργασία
- βελτίωση
- πραγματοποιώντας
- ενισχυτικό
- Βελτιούμενος
- διύλιση
- Στρογγυλοποίηση (πάνω ή κάτω)
- λαμπερός
- επιτυγχάνοντας
- επιτυγχάνοντας
- βελτιωτικό
- τροποποίηση
- φέρω μέσα
- εκφόρτωση
- κάνει
- αποτελεσματικός
- εμπλουτίζων
- Εκτελείται
- φινίρισμα
- ικανοποιητικό
- βελτιωτικός
- αποδίδει
- στίλβωση
- ολοκλήρωση
- τελειοποιών
- ολοκλήρωση
- παρακολούθηση (με)
- τελειοποίηση
- εξέχων
Nearest Words of machining
- machine-wash => Πλυντήριο
- machinery => μηχανήματα
- machine-readable text => Μηχανογραφούμενο κείμενο
- machiner => μηχανικός
- machine-oriented language => Γλώσσα προσανατολισμένη σε μηχάνημα
- machine-made => μηχανής
- machinelike => μηχανικός
- machine-driven => υπολογιστικός
- machine-displayable text => Κείμενο με δυνατότητα προβολής μηχανής
- machined => κατεργασμένο
Definitions and Meaning of machining in English
machining (p. pr. & vb. n.)
of Machine
machining (a.)
Of or pertaining to the machinery of a poem; acting or used as a machine.
FAQs About the word machining
κατεργασία
of Machine, Of or pertaining to the machinery of a poem; acting or used as a machine.
βελτίωση,πραγματοποιώντας,ενισχυτικό,Βελτιούμενος,διύλιση,Στρογγυλοποίηση (πάνω ή κάτω),λαμπερός,επιτυγχάνοντας,επιτυγχάνοντας,βελτιωτικό
Εγκατάλειψη,διακοπή,πτώση,διακοπή καπνίσματος,εγκατάλειψη,εγκατάλειψη
machine-wash => Πλυντήριο, machinery => μηχανήματα, machine-readable text => Μηχανογραφούμενο κείμενο, machiner => μηχανικός, machine-oriented language => Γλώσσα προσανατολισμένη σε μηχάνημα,