Greek Meaning of achieving
επιτυγχάνοντας
Other Greek words related to επιτυγχάνοντας
- φτάνοντας
- κέρδος
- κατασκευή
- αποκτώντας
- νίκη
- Αποκτώντας
- σακούλιασμα
- σύλληψη
- θερίζοντας
- αποκτώντας
- χτύπημα
- προ(σ)γείωση
- σύνδεση
- πραγματοποιώντας
- σκοράρισμα
- προστασία
- ανέρχεται (σε)
- προσεγγίζοντας
- φέροντας
- κιμωλία
- χρονομέτρηση (ώρας)
- σχεδίαση
- ισούται
- εξισώνοντας
- εξαίρετος
- ταιριαστό
- συνάντηση
- βάθρα
- προμήθεια
- συγκεντρώνω
- ηχητική κλήση
- ανταγωνιστικός
- ανταγωνιζόμενος
- ξεπερνώντας
- δέσιμο
- επικάλυμμα
- συγκινητικός
- δέσιμο
Nearest Words of achieving
Definitions and Meaning of achieving in English
achieving (p. pr. & vb. n.)
of Achieve
FAQs About the word achieving
επιτυγχάνοντας
of Achieve
φτάνοντας,κέρδος,κατασκευή,αποκτώντας,νίκη,Αποκτώντας,σακούλιασμα,σύλληψη,θερίζοντας,αποκτώντας
χαμένος,αποτυχία σε,Χάνοντας,δεν φτάνω σε (κάτι)
achiever => επιτυχημένος, achievement => επίτευγμα, achieved => επιτεύχθηκε, achieve => επιτύγχανω, achievance => επίτευγμα,