Greek Meaning of low-slung
χαμηλοβλεπούσας
Other Greek words related to χαμηλοβλεπούσας
- μικρός
- Χαμηλός
- κοντός
- μικρός
- συμπαγής
- μικρός
- νάνος
- χαμηλής υψομετρικής κλίμακας
- Κομμένο
- ελαφρύ
- μικρό
- λεπτό
- μικροσκοπικός
- κοντόχοντρος
- νάνος
- επίπεδος
- μισή πίντα
- μίνι
- μινιατούρα
- ελαχιστοποιημένος
- μικροσκοπική
- μεγέθους πίντας
- σε μέγεθος πίντας
- τσέπη
- τσέπης
- Τσέπης
- αδύναμος
- πυγμαίος
- τριβή
- μικρός
- Καθίσματα
- Σκυφτός
- κοντόχοντρος
- κοντόχοντρος
- καχεκτικός
- μικροσκοπικός
- πολύ μικρό
- μικρότερο από το κανονικό
- μικροκαμωμένος/η
- μικρός
Nearest Words of low-slung
Definitions and Meaning of low-slung in English
low-slung
relatively low to the ground or floor
FAQs About the word low-slung
χαμηλοβλεπούσας
relatively low to the ground or floor
μικρός,Χαμηλός,κοντός,μικρός,συμπαγής,μικρός,νάνος,χαμηλής υψομετρικής κλίμακας,Κομμένο,ελαφρύ
Υψηλός,υψηλός,ανυψωμένος,υπέροχος,ψηλός,επιβλητικός,υψηλός,ογκώδης,Ουρανοξύστης,Λιγερός
lows => χαμηλά, low-rent => φτηνά νοίκια, lowlives => κακούργοι, low-life => Κατακάθι της κοινωνίας, lowers => μειώνει,