Greek Meaning of loyalties

πιστότητες

Other Greek words related to πιστότητες

Definitions and Meaning of loyalties in English

loyalties

the quality or state or an instance of being loyal, the quality or state of being loyal

FAQs About the word loyalties

πιστότητες

the quality or state or an instance of being loyal, the quality or state of being loyal

αφοσίωση,δέσμευση,αφοσίωση,αφοσίωση,πίστη,προσκόλληση,συνημμένο αρχείο,σταθερότητα,πίστη,πίστις

έλλειψη πίστης,απιστία,ψευτιά,αναλήθεια,αστασιμότητα,Απιστία,απάτη,προδοσία,απιστία,αποξένωση

loyalists => πιστοί, low-spiritedly => καταθλιμμένος, low-slung => χαμηλοβλεπούσας, lows => χαμηλά, low-rent => φτηνά νοίκια,