Greek Meaning of lubbers

στεριανοί

Other Greek words related to στεριανοί

Definitions and Meaning of lubbers in English

lubbers

a big clumsy person, a big clumsy fellow, an unskilled seaman, a clumsy seaman

FAQs About the word lubbers

στεριανοί

a big clumsy person, a big clumsy fellow, an unskilled seaman, a clumsy seaman

χήνες,σκάντζοχοιρος,Γαλοπούλα,οι κτήνη,κλόουν,κοιτάζει,κουφάρια,νταήδες,σβώλοι,τρελοί

τζίνι,ιδιοφυΐες,εγκέφαλοι,διανοούμενοι,σοφοί,στοχαστές,μάγοι,Εγκέφαλοι,μεγαλοφυΐες

luaus => λουάου, lozenges => Παστίλιες, loyalties => πιστότητες, loyalists => πιστοί, low-spiritedly => καταθλιμμένος,