Greek Meaning of noodles
νουντλς
Other Greek words related to νουντλς
- κούκλες
- μετοχές
- ντιπς
- Αλτήρες
- Μογγρέλ
- γαϊδούρια
- χήνες
- Σκληροί
- Διαφωνίες
- Νόδι
- ξηροί καρποί
- σκάντζοχοιρος
- Γαλοπούλα
- χαζοί
- πουλιά μυαλά
- Φουσκαλοκέφαλοι
- Chowderheads
- θρόμβοι
- κλόουν
- γλωσσίσματα
- κρότοι
- επιβάτες
- Αμυδρά λαμπάκια
- Ντόντο
- διαχυτές
- καραμέλες
- χήνες
- Γκόλεμ
- γκάφες
- μπράβοι
- σφυροκέφαλοι καρχαρίες
- Γαϊδουρια
- σπασμοί
- δύτες
- σβώλοι
- τρελοί
- lunks
- μυώδεις
- Μόμες
- Κούπες
- Φυσικά
- Νιμρώδ
- κόνιδες
- μαλάκες
- άθλιος
- με τα χέρια σταυρωμένα
- Απλοί
- κομπρέσες
- χοντροκέφαλοι
- κακοί
- ξύλινα κεφάλια
- Yahoos
- γιο-γιο
- ερπετά
- Ντόντο
- τρελοί
- γελωτοποιοί
- Θηρία
- γελωτοποιοί
- αλήτες
- αγροίκοι
- σκύλοι
- χαζοβιόλης
- κοιτάζει
- τακούνια
- τρελοί
- αφηρημένος
- σκούνκς
- φίδια
- βρωμιάρηδες
Nearest Words of noodles
Definitions and Meaning of noodles in English
noodles
a food paste made usually with egg and shaped typically in ribbon form, a stupid person, a buoyant, flexible cylinder of polyethylene foam used as an aid in swimming or staying afloat in water, head, noggin, a thin strip of dough made from flour, water, and usually eggs and cooked by boiling, to improvise on an instrument in an informal or desultory manner
FAQs About the word noodles
νουντλς
a food paste made usually with egg and shaped typically in ribbon form, a stupid person, a buoyant, flexible cylinder of polyethylene foam used as an aid in swi
κούκλες,μετοχές,ντιπς,Αλτήρες,Μογγρέλ,γαϊδούρια,χήνες,Σκληροί,Διαφωνίες,Νόδι
τζίνι,εγκέφαλοι,διανοούμενοι,ιδιοφυΐες,Διανοούμενοι,σοφοί,στοχαστές,μάγοι,πολυμαθείς,Άνδρες της Αναγέννησης
nonwriter => μη συγγραφέας, nonviscous => μη ιξώδες, nonvalid => άκυρο, nonuses => μη χρήσεις, nonuse => Μη χρήση,