Greek Meaning of fondness
στοργή
Other Greek words related to στοργή
- αγάπη
- αγάπη
- πάθος
- εκτίμηση
- συνημμένο αρχείο
- επιθυμία
- αφοσίωση
- αφοσίωση
- ενθουσιασμός
- πόθος
- σεβασμός
- λατρεία
- κολακεία
- αφοσίωση
- όρεξη
- Ζήλος
- Λαχτάρα
- μεζούρα
- προθυμία
- εκτίμηση
- εκτίμηση
- πίστις
- φανταχτερός
- χάρη
- πίστη
- Θέρμη
- πίστη
- ειδωλολατρία
- σαν
- συμπάθεια
- πίστη
- μεροληψία
- προτίμηση
- Σεβασμός
- λιχουδιά
- σταθερότητα
- γεύση
- Λατρεία
- πόθος
- ζήλος
Nearest Words of fondness
Definitions and Meaning of fondness in English
fondness (n)
a predisposition to like something
a positive feeling of liking
a quality proceeding from feelings of affection or love
fondness (n.)
The quality or state of being fond; foolishness.
Doting affection; tender liking; strong appetite, propensity, or relish; as, he had a fondness for truffles.
FAQs About the word fondness
στοργή
a predisposition to like something, a positive feeling of liking, a quality proceeding from feelings of affection or loveThe quality or state of being fond; foo
αγάπη,αγάπη,πάθος,εκτίμηση,συνημμένο αρχείο,επιθυμία,αφοσίωση,αφοσίωση,ενθουσιασμός,πόθος
Αντιπάθεια,Εχθρότητα,αηδία,Αποστροφή,βδέλυγμα,Αλλεργία,εχθρότητα,ανταγωνισμός,Αντιπάθεια,απέχθεια
fondly => θερμά, fondling => χάδι, fondler => χαϊδεύω, fondled => χαϊδεύω, fondle => χαϊδεύω,