Greek Meaning of devotedness
αφοσίωση
Other Greek words related to αφοσίωση
- αγάπη
- αφοσίωση
- αγάπη
- πάθος
- εκτίμηση
- συνημμένο αρχείο
- επιθυμία
- ενθουσιασμός
- στοργή
- πόθος
- σεβασμός
- ζήλος
- λατρεία
- κολακεία
- αφοσίωση
- όρεξη
- Ζήλος
- Λαχτάρα
- μεζούρα
- προθυμία
- εκτίμηση
- εκτίμηση
- πίστις
- φανταχτερός
- χάρη
- πίστη
- Θέρμη
- πίστη
- ειδωλολατρία
- σαν
- συμπάθεια
- πίστη
- μεροληψία
- προτίμηση
- Σεβασμός
- λιχουδιά
- σταθερότητα
- γεύση
- Λατρεία
- πόθος
Nearest Words of devotedness
Definitions and Meaning of devotedness in English
devotedness (n)
feelings of ardent love
FAQs About the word devotedness
αφοσίωση
feelings of ardent love
αγάπη,αφοσίωση,αγάπη,πάθος,εκτίμηση,συνημμένο αρχείο,επιθυμία,ενθουσιασμός,στοργή,πόθος
έχθρα,Εχθρότητα,αηδία,Αποστροφή,βδέλυγμα,Αλλεργία,εχθρότητα,ανταγωνισμός,Αντιπάθεια,απέχθεια
devotedly => αφοσιωμένα, devoted => αφοσιωμένος, devote => αφοσιώνω, devotary => ευσεβής, devoration => αφοσίωση,