Greek Meaning of devoting
αφοσιωμένος
Other Greek words related to αφοσιωμένος
Nearest Words of devoting
Definitions and Meaning of devoting in English
devoting (p. pr. & vb. n.)
of Devote
FAQs About the word devoting
αφοσιωμένος
of Devote
αφιερωμένο,εκχώρηση,καθαγιάζω,επιμέριση,υποχωρώ (σε),Κράτηση,αποταμίευση,υποβάλλων αίτηση,απονέμοντας,ευλογία
αγνοώντας,παραμελώ,παρανοώντας,κατάχρηση
devoter => λάτρης, devotement => αφοσίωση, devotee => αφοσιωμένος, devotedness => αφοσίωση, devotedly => αφοσιωμένα,