Greek Meaning of ladened

φορτωμένος

Other Greek words related to φορτωμένος

Definitions and Meaning of ladened in English

Wordnet

ladened (s)

filled with a great quantity

FAQs About the word ladened

φορτωμένος

filled with a great quantity

γεμάτος,φορτωμένο,επιβαρημένος,Επιβαρυμένος,φορτωμένος,φορτωμένο,φορτωμένος,συσκευασμένο,σέλωμα,στοιβαγμένο

εκφορτισμένος,απελευθερωμένος,ξεφορτωμένο,ανακουφισμένο,απαλλαγμένος,Απαλλαγμένος,ανακουφισμένος,φωτισμένος,ανακουφισμένος,ξεφορτωμένη

laden => φορτωμένος, lademan => Λαντέμαν, laded => φορτωμένο, lade => φορτίο, laddie => παλικάρι,