Greek Meaning of kidding (around)

αστείο

Other Greek words related to αστείο

Definitions and Meaning of kidding (around) in English

kidding (around)

No definition found for this word.

FAQs About the word kidding (around)

αστείο

κάνω τον κλόουν,κόψιμο,χαβαλές,Κάνοντας αστειάκια,παίζω με,ανυπακοή,αντάρτης,Φιγουρατζής,Συμπεριφέρονται,συνεχίζοντας

Υποκριτική,ρουλεμάν,συμμορφούμενος,αγωγός,Υπάκουος,διακοπή καπνίσματος,αθώωση,έλεγχος,συλλογή,σύνθεση

kiddies => παιδιά, kidder => πειραχτήρι, kidded (around) => πειράζοντας, kid stuff => Παιδιαριώδη πράγματα, kid (around) => παιδί (περίπου),