Greek Meaning of huskily

βραχνά

Other Greek words related to βραχνά

Definitions and Meaning of huskily in English

Wordnet

huskily (r)

in a hoarse or husky voice

Webster

huskily (adv.)

In a husky manner; dryly.

FAQs About the word huskily

βραχνά

in a hoarse or husky voiceIn a husky manner; dryly.

αθλητικός,γεροδεμένος,μυώδης,Μυώδης,τεράστιος,ισχυρός,Μυώδης,ισχυρός,γεροδεμένος,δυνατός

οστεώδης,αδύνατος,Λιγερός,άπαχο,φως,ελαφρύ,καλαμένιος,αδύνατος,αδύνατο,λεπτή

husked => αποφλοιωμένος, husk tomato => Φύσαλις, husk => φλούδα, hushpuppy => Hushpuppy, hushing => σσσ,