Greek Meaning of gigantesque

γιγαντιαίος

Other Greek words related to γιγαντιαίος

Definitions and Meaning of gigantesque in English

Webster

gigantesque (a.)

Befitting a giant; bombastic; magniloquent.

FAQs About the word gigantesque

γιγαντιαίος

Befitting a giant; bombastic; magniloquent.

αστρονομικός,αστρονομικός,κολοσσιαίος,τεράστιος,γίγαντας,γιγάντιος,τεράστιος,τεράστιος,μαμούθ,μαζικός

μικρό,λεπτό,μικρός,απειροελάχιστος,λιλιπούτειος,μικρό,μικροσκοπικός,μικροσκοπικός,νάνος,μινιατούρα

gigantean => γιγαντιαίος, gigahertz => Γιγαχέρτζ, gigacycle per second => gigahertz, gigacycle => Γιγακύκλος, gigabyte => Γιγαβάιτ,