Greek Meaning of giftedness
ταλέντο
Other Greek words related to ταλέντο
Nearest Words of giftedness
Definitions and Meaning of giftedness in English
giftedness (n.)
The state of being gifted.
FAQs About the word giftedness
ταλέντο
The state of being gifted.
ευστροφία,ταλέντο,δημιουργικότητα,γονιμότητα,γονιμότητα,φωτιά,καρποφορία,διάνοια,μούσα,παραγωγικότητα
ξηρασία,ανία,Ανία
gifted => Χαρισματικός, gift wrapping => Δώρων περιτύλιγμα, gift wrap => Χαρτί περιτυλίγματος, gift tax => φόρος δωρεάς, gift shop => Κατάστημα δώρων,