Greek Meaning of currying favor
Θωπεία
Other Greek words related to Θωπεία
- (Σαβούριασμα)
- σάλιασμα
- κολακεία
- φασαρία
- κολακεύω
- γλείψιμο μπότας
- φλερτ
- αναβολή
- υποκλίνεστε
- υποβάλλει
- κολακεύω
- υποτακτικός
- λατρεία
- κολακευτικός
- πειθώ
- πειθώ
- σκυφτός
- συρρικνωμένος
- ταπεινωτικός
- εξευτελιστικός
- αγαπημένος
- κολακευτικός
- ερπυστικός
- εξευτελιστική
- τρεχούμενο
- ειδωλολατρία
- εγκάρδιος
- σάλιο
- σάλιο
- κολακεύω
- ερωτοτροπία
- λατρεία
- υποχωρητικός
Nearest Words of currying favor
Definitions and Meaning of currying favor in English
currying favor
to seek to gain favor by flattery or attention
FAQs About the word currying favor
Θωπεία
to seek to gain favor by flattery or attention
(Σαβούριασμα),σάλιασμα,κολακεία,φασαρία,κολακεύω,γλείψιμο μπότας,φλερτ,αναβολή,υποκλίνεστε,υποβάλλει
απαιτητικός,καταφρονητικός,περιφρονητικώς,κοροϊδευτική,περιφρόνηση,αψηφώντας,χλευασμός,Τζιμπάρισμα,τζιμπάρισμα
currying => κάρι, curring => Βούκλωμα, curries => κάρυ, curried favor => Επιείκεια, curried => κάρυ (káry),