Greek Meaning of crotchet
Τεταρτημόριο
Other Greek words related to Τεταρτημόριο
- χαρακτηριστικός
- Εκκεντρικότητα
- συνήθεια
- Μανιερισμός
- ιδιοτροπία
- τικ
- χαρακτηριστικό
- τέχνασμα
- στρέφω
- μανιέρα
- στάση
- χαρακτηριστικό
- Χαρακτήρας
- περιέργεια
- Ιδιοσυγκρασία
- ατομικισμός
- κόμπος
- ιδιαιτερότητα
- μοτίβο
- ιδιαιτερότητα
- Πρακτική
- εξάσκηση
- ιδιοκτησία
- ουσία
- αστείο
- μοναδικότητα
- τάση
- αβεβαιότητα
- ανωμαλία
- εθισμός
- αέρας
- λυγισμένος
- συνήθεια
- διάθεση
- διάνοια
- χιούμορ
- ταυτότητα
- κλίση
- ατομικότητα
- Σήμα
- φύση
- νευρωτισμός
- μεροληψία
- προτίμηση
- προσωπικότητα
- Εκτροπή
- προτίμηση
- προδιάθεση
- ευελιξία
- Τάση
- ιδιοσυγκρασία
- σειρά
- τρόπος
- περίεργος
- δεν θα
Nearest Words of crotchet
- crotched => κρατημα
- crotch hair => Τρίχες στο αιδοίο
- crotch chain => Αλυσίδα βουβωνικής χώρας
- crotch => καβάλο
- crotaphytus => Crotaphytus
- crotaphion => κρόταφος
- crotalus viridis => Κροταλία η χλωρή
- crotalus tigris => Δυτική διαμαντόφιδη κουδουνίστρα
- crotalus scutulatus => Κροταλίας ο θωρακοφόρος
- crotalus mitchellii => Μίτσελ χοίρος κροταλίας
Definitions and Meaning of crotchet in English
crotchet (n)
a sharp curve or crook; a shape resembling a hook
a musical note having the time value of a quarter of a whole note
a strange attitude or habit
a small tool or hooklike implement
FAQs About the word crotchet
Τεταρτημόριο
a sharp curve or crook; a shape resembling a hook, a musical note having the time value of a quarter of a whole note, a strange attitude or habit, a small tool
χαρακτηριστικός,Εκκεντρικότητα,συνήθεια,Μανιερισμός,ιδιοτροπία,τικ,χαρακτηριστικό,τέχνασμα,στρέφω,μανιέρα
συμμόρφωση,ομοιότητα
crotched => κρατημα, crotch hair => Τρίχες στο αιδοίο, crotch chain => Αλυσίδα βουβωνικής χώρας, crotch => καβάλο, crotaphytus => Crotaphytus,