Greek Meaning of cockered
Πουδραρισμένος
Other Greek words related to Πουδραρισμένος
- αφοσιωμένος
- θηλάζει
- χαρούμενος
- κακομαθημένος
- κακομαθημένος
- κακομαθαίνω
- καλομαθημένο
- χάιδεψε
- Χαρούμενος
- Ήταν μητέρα
- Κακομαθημένος
- ικανοποιημένος
- ηρεμημένος
- προσαρμοσμένο (σε)
- κακομαθημένος
- κακομαθημένος
- Τροφός
- ικανοποιημένος
- χαρούμενος
- ευγνώμων
- χιουμοριστικός
- κατευνασμένος
- υποχρεωμένος
- ειρηνευμένος
- κατευνασμένος
- κατευνασμένος
- κακοποιημένος
- ελεγχόμενος
- με αυτοπειθαρχία
- κακοποιημένος
- κακοποιημένος
- κακοποιημένος
- παραμελημένος
- καταπιεσμένοι
- συγκρατημένος
- παρενοχλημένος
- πόνος
- Κακοποιημένος
- κακομεταχειρισμένοι
- τραυματισμένος
- παρενοχλούμενος
- Εξοργισμένος
- παραβλεπόμενος
- διωκόμενος
- βασανισμένος
- θύμα
- άγριος
- κακομεταχειρισμένο
- βλάβη
- προσβάλλω
Nearest Words of cockered
- cocker spaniel => Κόκερ σπάνιελ
- cocker => Κόκερ
- cocked hat => Τρίκογχο
- cocked => λαδωμένος
- cockcrowing => λαλητό του κόκορα
- cockcrow => λαλητό του πετεινού
- cockcroft-walton voltage multiplier => Πολλαπλασιαστής τάσης Cockcroft-Walton
- cockcroft-walton accelerator => επιταχυντής Κόκκροφτ-Ουόλτον
- cockcroft and walton voltage multiplier => Πολλαπλασιαστής τάσης Cockcroft-Walton
- cockcroft and walton accelerator => Επιταχυντής Κόκροφτ-Ουόλτον
Definitions and Meaning of cockered in English
cockered (imp. & p. p.)
of Cocker
FAQs About the word cockered
Πουδραρισμένος
of Cocker
αφοσιωμένος,θηλάζει,χαρούμενος,κακομαθημένος,κακομαθημένος,κακομαθαίνω,καλομαθημένο,χάιδεψε,Χαρούμενος,Ήταν μητέρα
κακοποιημένος,ελεγχόμενος,με αυτοπειθαρχία ,κακοποιημένος,κακοποιημένος,κακοποιημένος,παραμελημένος,καταπιεσμένοι,συγκρατημένος,παρενοχλημένος
cocker spaniel => Κόκερ σπάνιελ, cocker => Κόκερ, cocked hat => Τρίκογχο, cocked => λαδωμένος, cockcrowing => λαλητό του κόκορα,