Greek Meaning of cockering
κόκερ σπάνιελ
Other Greek words related to κόκερ σπάνιελ
- προσβλητικός
- Ελεγχόμενος
- πειθαρχών
- Κακομεταχείριση
- συγκρατημένος
- Κακοποίηση
- κακοποίηση
- κακομεταχείριση
- κακοποιών
- κατάχρηση
- παραμελώ
- καταπιεστικός
- θέα
- παραβιάζοντας
- κακομεταχείριση
- παρενόχληση
- βλαβερός
- πονώντας
- βλαβερό
- παρενόχληση
- Εξοργιστικό
- διώκτης
- υποτιμητικό
- βασανιστικός
- βασανίζοντας
- θυματοποίηση
Nearest Words of cockering
- cockerel => πετεινός
- cockered => Πουδραρισμένος
- cocker spaniel => Κόκερ σπάνιελ
- cocker => Κόκερ
- cocked hat => Τρίκογχο
- cocked => λαδωμένος
- cockcrowing => λαλητό του κόκορα
- cockcrow => λαλητό του πετεινού
- cockcroft-walton voltage multiplier => Πολλαπλασιαστής τάσης Cockcroft-Walton
- cockcroft-walton accelerator => επιταχυντής Κόκκροφτ-Ουόλτον
Definitions and Meaning of cockering in English
cockering (p. pr. & vb. n.)
of Cocker
FAQs About the word cockering
κόκερ σπάνιελ
of Cocker
επιδοθή,Νοσηλευτική,κακομαθαίνω,ηρεμιστικό,Κακομαθαίνω,Κακομαθαίνω,κούνημα,απολαυστικός,χιούμορ,μητρότητα
προσβλητικός,Ελεγχόμενος,πειθαρχών,Κακομεταχείριση,συγκρατημένος,Κακοποίηση,κακοποίηση,κακομεταχείριση,κακοποιών,κατάχρηση
cockerel => πετεινός, cockered => Πουδραρισμένος, cocker spaniel => Κόκερ σπάνιελ, cocker => Κόκερ, cocked hat => Τρίκογχο,