Greek Meaning of chowderheaded

chowderheaded

Other Greek words related to chowderheaded

Definitions and Meaning of chowderheaded in English

chowderheaded

dolt, blockhead

FAQs About the word chowderheaded

Definition not available

dolt, blockhead

παράλογο,Εγκεφαλικός θάνατος,ηλίθιος,Άσχετος,στραβός,κούκος,πυκνό,αχνός,κουκκιδωτός,βαρετό

φωτεινό,Έξυπνος,έξυπνος,συνετός,συνετός,λογικός,λογικός,ε разумный,έξυπνος,ήχος

chowderhead => Κεφάλι σούπας, chow (down) => καταβροχθίζω, chow (down on) => τρώω πολύ, chouses => θορυβώδεις άνθρωποι, chorographies => Χορογραφίες,