Greek Meaning of bundled
συσκευασμένος
Other Greek words related to συσκευασμένος
- επιλεγμένο
- καθυστερημένος
- Επιβαρυμένος
- εμπόδισε
- παρεμποδισμένος
- κουτσός
- παρεμποδισμένο
- συγκρατημένος
- δεμένος
- σταμάτησε
- Δεσμευμένος
- φρενάρισμα
- επιβραδύνθηκε
- ανασταλμένος
- κρατημένος
- παρεμβαίνει (σε)
- Mειωμένη (προς τα κάτω)
- συλληφθείς
- δεμένος
- δεμένος με χειροπέδες
- περιορισμένος
- ελεγχόμενος
- σβησμένος
- έμεινε
- Δεσμευμένος
- ησυχασμένο
Nearest Words of bundled
Definitions and Meaning of bundled in English
bundled (imp. & p. p.)
of Bundle
FAQs About the word bundled
συσκευασμένος
of Bundle
επιταχυνόμενος,σπεύδω,βιαστικός,έσπρωξε,οδήγησε,ενθάρρυνε,διευκόλυνε,επιτάχυνε,επιταχύνεται,τρέχω
επιλεγμένο,καθυστερημένος,Επιβαρυμένος,εμπόδισε,παρεμποδισμένος,κουτσός,παρεμποδισμένο,συγκρατημένος,δεμένος,σταμάτησε
bundle up => δέμα, bundle off => δέμα από, bundle of his => το πακέτο του, bundle => δέσμη, bundes-versammlung => Ομοσπονδιακή Συνέλευση,