Greek Meaning of addable
προσθέσιμος
Other Greek words related to προσθέσιμος
- επίθημα
- παράρτημα
- Προσάρτημα
- συνημμένο
- αυξάνω
- επεκτείνω
- εισαγωγή
- εισάγω
- όμορος
- συμπλήρωμα
- βελτιώνω
- επεκτείνω
- επισκευή
- αύξηση
- εγχέω
- ενίω
- πολλαπλασιάζω
- ενισχύω
- προσθέτω
- προμήθεια
- ετικέτα
- γραβάτα
- Καρφώνω (σε)
- μεγαλοποιώ
- ενισχύω
- ενισχύω
- σύνθετο
- επιμηκύνω
- επιβάλλω
- διευρύνω
- Αναβάθμιση
- δένω
- Μόσχευμα
- αυξάνω
- εμπόδιο
- Εντατικοποιώ
- διαπερνώ
- επιμηκύνω
- μεγενθύνω
- Μεγιστοποιώ
- παρατείνω
- παρατείνειν
- ανυψώνω
- ενισχύω
- ενισχύω
- συμπλήρωμα
- Βόειο κρέας (περισσότερο)
- (πρήζομαι)
Nearest Words of addable
Definitions and Meaning of addable in English
addable (s)
capable of being added or added to
addable (a.)
Addible.
FAQs About the word addable
προσθέσιμος
capable of being added or added toAddible.
επίθημα,παράρτημα,Προσάρτημα,συνημμένο,αυξάνω,επεκτείνω,εισαγωγή,εισάγω,όμορος,συμπλήρωμα
αφαιρώ,μειώνω,αφαιρώ,ξεχωριστό,αφαιρώ,απογειώνω,μειώνω,Ακρωτηριάζω,Σύμβαση,κόβω
add up => Προσθέστε, add together => Προσθέτω μαζί, add to => σε, add on => προσθήκη, add => Προσθήκη,