Greek Meaning of wittily

έξυπνα

Other Greek words related to έξυπνα

Definitions and Meaning of wittily in English

Wordnet

wittily (r)

in a witty manner

FAQs About the word wittily

έξυπνα

in a witty manner

Έξυπνος,χιουμοριστικό,αστείος,ειρωνικός,αστείο,αστείος, ειρωνικός,αστειευόμενος,σκανταλιάρης,παιχνιδιάρικο,έξυπνος

ανόητος,τετριμμένος,Τριμμένο,χωλός,χυδαίος,σοβαρός,τάφος,Hackney,χωρίς χιούμορ,θρηνητικός

wittified => ευφυής, witticism => ευφυολογία, witticaster => πνευματώδης, wittgensteinian => βιτγκενσταϊνικός, wittgenstein => Βιτγκενστάιν,