Greek Meaning of sidesplitting

που σκίζει τα πλευρά

Other Greek words related to που σκίζει τα πλευρά

Definitions and Meaning of sidesplitting in English

Wordnet

sidesplitting (s)

very funny

FAQs About the word sidesplitting

που σκίζει τα πλευρά

very funny

αστείος,αστείος,κωμικός,Διασκεδαστικό,αστείο,χιουμοριστικό,κωμικός,αντίκα,αστείος,φαρσικός

σοβαρός,τάφος,χωρίς χιούμορ,χωλός,συγκινητικός,σοβαρός,σοβαρός,νηφάλιος,επίσημος,σκοτεινός

sidesplitter => Σπάζω τα πλευρά μου, sidesmen => άρχοντες του ναού, sidesman => βοηθός ιερέα, side-slip => πλαγιολίσθηση, sideslip => Πλάγια ολίσθηση,