Greek Meaning of uprightly
ορθά
Other Greek words related to ορθά
- αξιοπρεπής
- ηθικός
- καλός
- ειλικρινής
- έντιμος
- ηθικός
- ωραίο
- ΑΛΗΘΙΝΟΣ
- Εντάξει
- Σωστό
- ευπρεπής
- μόνο
- ευγενής
- κατάλληλος
- σεβαστός
- δεξιά
- δίκαιος
- Δίκαιος
- ίσιος
- ενάρετος
- άξιος
- αγγελικός
- αγγελικός
- άμεμπτος
- Καθαρός
- αξιέπαινος
- αξιόπιστος
- σεβαστός
- ενδεικτικό
- αθώος
- γενναιόδωρος
- άμωμος
- άφθαρτος
- άφθαρτος
- αδιάφθορος
- αθώος
- ακίνδυνος
- άψογος
- νομοταγής
- νόμιμος
- λευκό σαν κρίνο
- ηθικολογικός
- Ευσυνείδητος
- καθαρός
- αξιόπιστος
- υποκριτής
- συνειδητός
- πρέπουσα
- Αυτοδικαιωμαικός
- άψογος
- άφθαρτος
- αλάθητος
- αναντίρρητος
- τιμημένος
- ευγενικός, ευαίσθητος
- κακός
- εκφυλισμένος
- διεστραμμένος
- ανέντιμος
- Άτιμος
- διεφθαρμένος
- κακός
- ανήθικος
- ακατάλληλος
- εσφαλμένος
- απρεπής
- απρεπής
- άτακτος
- διεστραμμένος
- αμαρτωλός
- άπρεπος
- ανήθικος
- άδικος
- Αδίστακτος
- ανάρμοστος
- κακός
- λάθος
- Φρικτός
- βάση
- κατηγορητέος
- κατευνασμένος
- διεφθαρμένος
- κακόβουλος
- περιβόητος
- Χαμηλός
- μέση τιμή
- αξιόμεμπτος
- προσβλητικό
- άσωτος
- Ασυνείδητος
- κακός
- φαύλος
- κακός
- περιπλανώμενος
- εσφαλμένος
- Πεσμένος
- άδικος
- ποταπός
Nearest Words of uprightly
Definitions and Meaning of uprightly in English
uprightly (r)
in an honorable manner
in an upright position
uprightly (adv.)
In an upright manner.
FAQs About the word uprightly
ορθά
in an honorable manner, in an upright positionIn an upright manner.
αξιοπρεπής,ηθικός,καλός,ειλικρινής,έντιμος,ηθικός,ωραίο,ΑΛΗΘΙΝΟΣ,Εντάξει,Σωστό
κακός,εκφυλισμένος,διεστραμμένος,ανέντιμος,Άτιμος,διεφθαρμένος,κακός,ανήθικος,ακατάλληλος,εσφαλμένος
uprighteously => δίκαια, upright piano => Όρθιο πιάνο, upright => κατακόρυφος, upridged => ανυψωμένος, uprear => αναθρέφω,