Greek Meaning of syncopated
συγκκοπής
Other Greek words related to συγκκοπής
- συντομευμένος
- συντομευμένο
- συντομευμένο
- Συμπυκνωμένο
- περικομμένος
- ξαφνικός
- σύντομος
- συμπαγής
- εφήμερος
- επιγραμματικός
- φευγαλέος
- λακωνικός
- μικρός
- στιγμιαίος
- κοντός
- κοντό
- Βραχύβιος
- ξαφνικά
- παροδικός
- παροδικός
- μείωση
- περιεκτικός
- περιεκτικός
- Κροκαλένια
- γρήγορος
- Προσωρινός
- περιεκτικός
- βραχυχρόνιο
- βραχυπρόθεσμος
- σύντομο
- περίληψη
- περιεκτικός
Nearest Words of syncopated
- syncopate => συγκοπή
- synclinal => Συγκόλιση
- synchytrium endobioticum => Synchytrium endobioticum
- synchytrium => Synchytrium
- synchytriaceae => Συγκιτριίδες
- synchrotron => Συγχροτρον
- synchroscope => Συγχρονισκόπιο
- synchrony => συγχρονισμός
- synchronously => Συγχρονικά
- synchronous operation => Συγχρονισμένη λειτουργία
Definitions and Meaning of syncopated in English
syncopated (s)
stressing a normally weak beat
FAQs About the word syncopated
συγκκοπής
stressing a normally weak beat
συντομευμένος,συντομευμένο,συντομευμένο,Συμπυκνωμένο,περικομμένος,ξαφνικός,σύντομος,συμπαγής,εφήμερος,επιγραμματικός
ατελείωτος,αιώνιος,διευρυμένο,μακριά,μεγάλος, καταπληκτικός,ατελείωτος,μακρύς,μακρύς,επίμονος,παρατεταμένος
syncopate => συγκοπή, synclinal => Συγκόλιση, synchytrium endobioticum => Synchytrium endobioticum, synchytrium => Synchytrium, synchytriaceae => Συγκιτριίδες,