Greek Meaning of shying (from or away from)

Ντροπαλός (από ή μακριά από)

Other Greek words related to Ντροπαλός (από ή μακριά από)

Definitions and Meaning of shying (from or away from) in English

shying (from or away from)

No definition found for this word.

FAQs About the word shying (from or away from)

Ντροπαλός (από ή μακριά από)

συρρικνώνεται (σε),αποδοκιμάζων (για),Σκυθρωπός (σε ή προς),(αντιρρησίας (προς)),καταφρονητικός,περιφρόνηση,αποτρόπαιος,βδελυρός,καταδικαστικός,αποστροφή

θαυμάζοντας,ανασκαφή,απολαμβάνοντας,Φανταζόμενος,συμπάθεια,αγαπώντας,σχετικά,απολαμβάνοντας,σεβόμενος,ευχαρίστηση (σε)

shy (from or away from) => ντροπαλός (από ή μακριά από), shutting up => σωπαίνει, shutting out => αποκλεισμός, shutting off => απενεργοποίηση, shutting (up) => κλείνοντας (πάνω),