Greek Meaning of grooving (on)

απολαμβάνω

Other Greek words related to απολαμβάνω

Definitions and Meaning of grooving (on) in English

grooving (on)

No definition found for this word.

FAQs About the word grooving (on)

απολαμβάνω

ευχαρίστηση (σε),απολαμβάνοντας,κατεβαίνω (σε),πηγαίνοντας για,συμπάθεια,αγαπώντας,χαίρομαι (για),απολαμβάνοντας (κάτι),απολαμβάνοντας (σε),παίρνω

αποτρόπαιος,βδελυρός,αποστροφή,αηδία,καταδικαστικός,καταφρονητικός,περιφρόνηση

grooves => αυλακώσεις, grooved (on) => αυλακωτός (σε), groove (on) => groove on, grooms => γαμπροί, grokking => κατανοώ,