Greek Meaning of replaceable
αντικαταστάσιμος
Other Greek words related to αντικαταστάσιμος
- υπό όρους
- εφήμερος
- φευγαλέος
- περιορισμένος
- κατάλληλος
- βραχυχρόνιο
- προσωρινός
- τερματίσιμος
- τερματισμός
- μεταβατικός
- παροδικός
- εξαρτώμενος
- πρόσφορος
- φυγάς
- αυτοσχέδιος
- μεσάζοντας
- μεσαίο
- προσωρινός
- Βραχύβιος
- αντικαταστάτης
- Υποκριτική
- εναλλασσόμενος
- Προσωρινός
- προσωρινός
- προσωρινός
- πληρεξούσιος
- βραχυπρόθεσμος
- Προσωρινός
Nearest Words of replaceable
Definitions and Meaning of replaceable in English
replaceable (a)
capable of being replaced
replaceable (a.)
Capable or admitting of being put back into a place.
Admitting of having its place supplied by a like thing or an equivalent; as, the lost book is replaceable.
Capable of being replaced (by), or of being exchanged (for); as, the hydrogen of acids is replaceable by metals or by basic radicals.
FAQs About the word replaceable
αντικαταστάσιμος
capable of being replacedCapable or admitting of being put back into a place., Admitting of having its place supplied by a like thing or an equivalent; as, the
υπό όρους,εφήμερος,φευγαλέος,περιορισμένος,κατάλληλος,βραχυχρόνιο,προσωρινός,τερματίσιμος,τερματισμός,μεταβατικός
σταθερός,μακροπρόθεσμος,μόνιμο,διευρυμένο,τελικός,διαρκής,σετ,εγκαταστημένος,άνευ όρων,απεριόριστος
replaceability => αντικαταστασιμότητα, replace => αντικαταστήσει, repkie => Επαναλαμβανόμενος, repiningly => μελαγχολικά, repiner => repiner,