Greek Meaning of pointing (out)

επισημαίνοντας

Other Greek words related to επισημαίνοντας

Definitions and Meaning of pointing (out) in English

pointing (out)

to talk about or mention (something that one thinks is important), to direct someone's attention to (someone or something) by pointing

FAQs About the word pointing (out)

επισημαίνοντας

to talk about or mention (something that one thinks is important), to direct someone's attention to (someone or something) by pointing

ενδεικτική,σηματοδότηση,υπαινικτικός (για),υπαινικτικός (σε),αναφερόμενος στο,υποδηλώνοντας,συγκινητικός,ανατροφή,επικαλούμενος,ορίζοντας

αγνοώντας,λήθη,αγνοώντας,παραμελώ,θέα,διερχόμενος,προσπέραση,υποτιμητικό

pointing (for) => που δείχνει (για), pointers => δείκτες, pointed (up) => μυτερή (πάνω), pointed (toward) => Δείχνοντας (προς), pointed (to) => δείχνοντας (προς),