Greek Meaning of pointed (up)

μυτερή (πάνω)

Other Greek words related to μυτερή (πάνω)

Definitions and Meaning of pointed (up) in English

pointed (up)

to bring attention to (something)

FAQs About the word pointed (up)

μυτερή (πάνω)

to bring attention to (something)

τονισμένος,προβεβλημένος,επισημασμένος,αγχωμένος,τονισμένος,τονισμένη,επικεντρώνομαι σε,σε πρώτο πλάνο,ταυτοποιήθηκε,έκανε πολύ

υποβάθμισε,ήρεμος (κάτω),υποτονικός,Μειωμένης έμφασης,σε έκπτωση,ελαχιστοποιημένος,υποτονικός,υποτιμούσε,υποτιμημένος

pointed (toward) => Δείχνοντας (προς), pointed (to) => δείχνοντας (προς), pointed (out) => αναφερόμενο, point persons => σημεία επαφής, point person => Αρμόδιος υπάλληλος,