Greek Meaning of intending

σκοπεύοντας

Other Greek words related to σκοπεύοντας

Definitions and Meaning of intending in English

Webster

intending (p. pr. & vb. n.)

of Intend

FAQs About the word intending

σκοπεύοντας

of Intend

στόχευση,στοχαστικός,πηγαίνω,ελπίζοντας,αναζητώντας,προγραμματισμός,Προσπαθώντας,επιτρέποντας,φιλόδοξος,προσπάθεια

No antonyms found.

intendiment => Πρόθεση, intender => Σκοπεύω, intendent => επιτετραμμένος, intendedly => εσκεμμένα, intended => σκοπούμενος,