Greek Meaning of passionately
με πάθος
Other Greek words related to με πάθος
- διεγερμένος
- ενθουσιασμένος
- Κέρατο
- ζεστό
- ερωτικός
- άσεμνος
- καυλιάρης
- Φριβολος
- επιθυμητικός
- Υποβαθμισμένο
- εύκολος
- αίγειος
- ανήθικος
- φαγούρα
- Ολισθηρός
- Ολισθηρός
- σατιρικός, -ή, -ό
- αυθαίρετος
- κατευνασμένος
- διεφθαρμένος
- παρακμιακός
- εκφυλισμένος
- Αποθαρρυμένος
- διεστραμμένος
- διασκορπισμένος
- διεφθαρμένος
- γρήγορος
- απρεπής
- χαλαρός
Nearest Words of passionately
Definitions and Meaning of passionately in English
passionately (r)
with passion
in a stormy or violent manner
passionately (adv.)
In a passionate manner; with strong feeling; ardently.
Angrily; irascibly.
FAQs About the word passionately
με πάθος
with passion, in a stormy or violent mannerIn a passionate manner; with strong feeling; ardently., Angrily; irascibly.
διεγερμένος,ενθουσιασμένος,Κέρατο,ζεστό,ερωτικός,άσεμνος,καυλιάρης,Φριβολος,επιθυμητικός,Υποβαθμισμένο
Άγαμος,αγνός,αξιοπρεπής,κρύο,άμωμος,σεμνός,ηθικός,καθαρός,ενάρετος,αθώος
passionate => παθιασμένος, passionary => πάθος, passional => παθιασμένος, passion week => Μεγάλη Εβδομάδα, passion sunday => Κυριακή των Βαΐων,