Greek Meaning of otiose
αργός
Other Greek words related to αργός
- ανώφελο
- ανεπιτυχής
- άχρηστος
- αποβολέα
- άγονο
- μάταιο
- άδειος
- άκαρπος
- αδύνατο (adynato)
- μάταια
- ανεπαρκής
- αναποτελεσματικός
- αναποτελεσματικός
- αναποτελεσματικός
- Ανεπαρκής
- άνευ σημασίας
- άχρηστος
- ασύμφορο
- μάταιος
- μη παραγωγικός
- ασύμφορος
- μάταιος
- άχρηστος
- άχρηστος
- άχρηστος
- αντενδεδειγμένος
- κούφιος
- απελπισμένος
- αδρανής
- έλλειψη
- χαμένος
- χωρίς νικητή
- Απρόσιτος
- καμία τύχη **(kamía túchi)
- Δεν αξίζει τον κόπο
Nearest Words of otiose
Definitions and Meaning of otiose in English
otiose (s)
serving no useful purpose; having no excuse for being
producing no result or effect
disinclined to work or exertion
otiose (a.)
Being at leisure or ease; unemployed; indolent; idle.
FAQs About the word otiose
αργός
serving no useful purpose; having no excuse for being, producing no result or effect, disinclined to work or exertionBeing at leisure or ease; unemployed; indol
ανώφελο,ανεπιτυχής,άχρηστος,αποβολέα,άγονο,μάταιο,άδειος,άκαρπος,αδύνατο (adynato),μάταια
θανατηφόρος,αποτελεσματικός,πρόσφορο,αποτελεσματικός,αποδοτικός,καρποφόρος,ουσιαστικό,Δυνατός,παραγωγικός,Κερδοφόρος
otididae => Ωτίδες, otides => Μπούφοι, otic ganglion => Ωτικό γάγγλιο, otic => ωτικός, othonna => Οthonna,