Greek Meaning of neophiliac
νεόφιλος
Other Greek words related to νεόφιλος
- συντηρητικός
- Ντόντο
- συντηρητικός
- ξεπερασμένος
- απολίθωμα
- βετεράνος
- αντιδραστικός
- Δεξιός
- συντηρητικός
- συντηρητικός
- Τόρι
- Βετεράνος
- προκατακλυσμιαίος
- μπέρμπον
- Συνταγματάρχης Μπλιμπ
- συμμορφωμένος
- κουραστικός
- παλιός
- Δεξιός
- Αριστοκράτης
- παραδοσιακός
- Συντηρητικότερος των συντηρητικών
- άγνωστος
- Νεοσυντηρητικός
- νεοσυντηρητικός
- Παλαιοσυντηρητικός
- Τετράγωνο
Nearest Words of neophiliac
Definitions and Meaning of neophiliac in English
neophiliac
love of or enthusiasm for what is new or novel
FAQs About the word neophiliac
νεόφιλος
love of or enthusiasm for what is new or novel
εξτρεμιστής,αριστερός,φιλελεύθερος,ριζοσπαστικός,μεταρρυθμιστής,επαναστατικός,επαναστάτης,αριστερόχειρας,μοντέρνος,μοντερνιστής
συντηρητικός,Ντόντο,συντηρητικός,ξεπερασμένος,απολίθωμα,βετεράνος,αντιδραστικός,Δεξιός,συντηρητικός,συντηρητικός
neonates => νεογνά, neologisms => Νεολογισμοί, neoconservatives => νεοσυντηρητικοί, neocons => νεοσυντηρητικοί, nemeses => θανάσιμοι εχθροί,