Greek Meaning of haet
άλογο
Other Greek words related to άλογο
- άσσος
- Άτομο
- παύλα
- ντρίμπλα
- σταγόνα
- κηλίδα
- κλάσμα
- δημητριακά
- Κοκκία
- μισό πένι
- ιώτα
- τελεία
- Κένινγκ
- ελάχιστος
- Ακάρεο
- λίγο
- Μόριο
- τάφρος
- ουγγιά
- σωματίδιο
- τσίμπημα
- τεμαχίζω
- ψιχουλάκι
- ψίχουλο
- λίγο
- καταπόνηση
- σερί
- γεύση
- τίτλος
- ψιθύρι
- whit
- bit
- δάγκωμα
- τσιπ
- ψίχουλο
- νταμπ
- σταγόνα
- νιφάδα
- θραύσμα
- Μισό πένι
- μπουκιά
- μπουκιά
- μπουκιά
- σκλήθρα
- κομμάτι
- κέλυφος
- τσιρότο
- μερίδα
- σκραπ
- δισταγμός
- θραύσμα
- ξύρισμα
- Ρίγος
- θραύσμα
- ανοησίες
- ψήγμα
- απόσπασμα
- απόσπασμα
- Κηλίδα
- Αγκάθι
- κουκκίδα
- υποψία
- tidbit
- μεζές
- αγγίζω
- ίχνος
- αποκόμματα
- κουτσουλιά
- Ξύσιμο
- μέρος
- ενότητα
- συντρίμμια
Nearest Words of haet
- had to do with => έπρεπε να κάνει με
- had one's eye on => είχε το μάτι του επάνω σε κάποιον
- had on => φορούσε
- had done with => είχε τελειώσει με
- had at => είχε σε
- had a soft spot for => έχω μια αδυναμία για
- had a grip on => είχε δύναμη πάνω σε
- had a go at => προσπάθησε
- hacksaws => σιδηροπρίονα
- hacksawing => Σιδηροπρίονο
Definitions and Meaning of haet in English
haet
a small quantity
FAQs About the word haet
άλογο
a small quantity
άσσος,Άτομο,παύλα,ντρίμπλα,σταγόνα,κηλίδα,κλάσμα,δημητριακά,Κοκκία,μισό πένι
κομμάτι,φάτσα,κούκλος,εξόγκωμα,μάζα,βουνό,σωρός,Κατσαρόλα,ποσότητα,πλάκα
had to do with => έπρεπε να κάνει με, had one's eye on => είχε το μάτι του επάνω σε κάποιον, had on => φορούσε, had done with => είχε τελειώσει με, had at => είχε σε,