Greek Meaning of grooming
περιποίηση
Other Greek words related to περιποίηση
- προετοιμάζει
- διάταξη
- εξοπλισμός
- κατάλληλος
- επιδιόρθωση
- ενδυναμωτικός
- Επίπλωση
- τοποθέτηση
- προετοιμασία
- παρέχοντας
- προετοιμασία
- εκπαίδευση
- οπλισμός
- τάβλα
- εκκίνηση (κατά την εκκίνηση)
- ενθαρρυντικός
- σύνταξη
- εκπαίδευση
- πήχυσ
- Καδράρισμα
- συνάντηση
- προετοιμάζονται
- περιτύλιξη
- επικλινής
- διδασκαλία δογμάτων
- διδάσκοντας
- τοποθέτηση
- εξοπλισμός
- προδιαθετικός
- αστάρωμα
- φοίτηση
- ρύθμιση
- εξάπλωση
- Κλοπή
- παρέχοντας
- Ιδιαίτερα μαθήματα
- προθέρμανση
Nearest Words of grooming
Definitions and Meaning of grooming in English
grooming (n)
activity leading to skilled behavior
the activity of getting dressed; putting on clothes
grooming (p. pr. & vb. n.)
of Groom
FAQs About the word grooming
περιποίηση
activity leading to skilled behavior, the activity of getting dressed; putting on clothesof Groom
προετοιμάζει,διάταξη,εξοπλισμός,κατάλληλος,επιδιόρθωση,ενδυναμωτικός,Επίπλωση,τοποθέτηση,προετοιμασία,παρέχοντας
No antonyms found.
groomer => κουρέας ζώων, groomed => καλλωπισμένος, groom => γαμπρός, gronte => gronte, gronland => Γροιλανδία,