Greek Meaning of geeked
ενθουσιασμένος
Other Greek words related to ενθουσιασμένος
- ανήσυχος
- πρόθυμος
- πρόθυμος
- ενθουσιώδης
- ενθουσιασμένος
- ανυπόμονος
- ανυπόμονος
- φλογερός
- τρελός
- επιθυμητός
- Ταιριαστός
- χαρούμενος
- Πεινασμένος
- Ανυπόμονος
- ενδιαφέρομαι
- απότομος
- ξηροί καρποί
- ανεβασμένος
- Έτοιμος
- Διψασμένος
- άπληστος
- ενθουσιώδης
- ζουμερός
- ενθουσιασμένος
- φιλόδοξος
- διψασμένος
- Κομμένος η ανάσα
- άπληστος
- Λαχτάρα
- διατεθειμένος
- αρραβωνιασμένος
- παιχνίδι
- χαρούμενος
- μεγάλος, καταπληκτικός
- Γεμάτος ενθουσιασμό και αφοσίωση
- δίψα
- υπερκινητικός
- ζεστό
- επικλινής
- πόθος
- εμμονικός
- πόθος
- ανυπόμονος
- ανήσυχος
- επίμονος
- Άγρια
- πρόθυμος
- Ανυπομονώ να κάνω κάτι
- δαγκώνω το χαλινάρι
- κράτησε
Nearest Words of geeked
Definitions and Meaning of geeked in English
geeked
filled with excitement or enthusiasm
FAQs About the word geeked
ενθουσιασμένος
filled with excitement or enthusiasm
ανήσυχος,πρόθυμος,πρόθυμος,ενθουσιώδης,ενθουσιασμένος,ανυπόμονος,ανυπόμονος,φλογερός,τρελός,επιθυμητός
αδιάφορος ,ανεπίσημος,αποσπασμένος,αδιάφορος,Αδιάφορος,αδιάφορος,αδιάφορος,Ανεπηρέαστος,αδιάφορος,αδιάφορος
geegaws => Μπιχλιμπίδια, geegaw => μπιχλιμπίδι, gee whiz => Πω πω, gearing up => προετοιμάζονται, gearhead => Μηχανικός,