Greek Meaning of encaging
εγκλωβισμός
Other Greek words related to εγκλωβισμός
- περιοριστικός
- περιβαλλόμενος
- περικλείω
- στέγαση
- επισυνάπτω
- συμπεριλαμβανομένων
- περιβάλλον
- οριοθέτηση
- Πυγμαχία (σε)
- κλουβί
- ντουλάπα
- περιέχοντας
- εγκλωβισμός (πάνω)
- περίφραξη
- περιβαλλόμενος
- Ξιφασκία (σε)
- Εμπλοκή
- στρίφωμα
- Περίκλειστος
- νιαούρισμα (πάνω)
- φυλάκιση
- περιοριστικός
- Περιτειχισμένος
- θωράκιση
- περιγράφοντας
- Συγκάλυψη
- Ενσωμάτωση
- Εγκλωβίζοντας
- περικύκλωση
- ολοκληρωμένος
- εγκύστηση
- περιπτυσσόμενος
- Πλαισίωση
- περιπτυσσόμενος
- περιβάλλω
- περιβάλλοντας
- Καδράρισμα
- περιοριστικός
- κουδούνισμα.
Nearest Words of encaging
Definitions and Meaning of encaging in English
encaging
cage sense 1
FAQs About the word encaging
εγκλωβισμός
cage sense 1
περιοριστικός,περιβαλλόμενος,περικλείω,στέγαση,επισυνάπτω,συμπεριλαμβανομένων,περιβάλλον,οριοθέτηση,Πυγμαχία (σε),κλουβί
No antonyms found.
enamored (of) => ερωτευμένος (με), enacts => θεσπίζει, enactments => νομοθετήματα, emulsifying => γαλακτωματοποιητικό, emulsified => γαλακτωματοποιημένο,