Greek Meaning of elfish
ξωτικό
Other Greek words related to ξωτικό
- παιχνιδιάρικο
- αστείος
- αντίκα
- πουλάρι
- απολαυστικό
- Ενεργητικός
- Διασκεδαστικό
- νεράιδα
- ζωηρός
- παιχνιδιάρικο
- χαρούμενος
- ζωηρός
- χαρούμενος
- σκανταλιάρης
- ατίθαση
- αθλητικός
- χαρούμενος
- ντροπαλός
- διαβολικός
- ευχάριστος
- φρίβολος
- σκανδαλίζω
- διασκέδαση
- ομοφυλόφιλος
- σκανταλιάρης
- αστείος
- αστείος, ειρωνικός
- χαρούμενος
- αστειευόμενος
- γατίσιο
- απατεώνας
- ανέμελος
- ξωτικό
- Ξωτικό
- ευχάριστος
- ευχάριστος
- ευχάριστος
- σκανταλιάρης
- ατίθασος
- πονηρός
- ζωηρός
- Ζωηρός
- ζωηρός
- πειράγματα
- ασήμαντος
- Ζωντανός
- Καприτσιόζος
- αθλητικός
Nearest Words of elfish
Definitions and Meaning of elfish in English
elfish (s)
usually good-naturedly mischievous
elfish (a.)
Of or relating to the elves; elflike; implike; weird; scarcely human; mischievous, as though caused by elves.
FAQs About the word elfish
ξωτικό
usually good-naturedly mischievousOf or relating to the elves; elflike; implike; weird; scarcely human; mischievous, as though caused by elves.
παιχνιδιάρικο,αστείος,αντίκα,πουλάρι,απολαυστικό,Ενεργητικός,Διασκεδαστικό,νεράιδα,ζωηρός,παιχνιδιάρικο
υπάκουος,σοβαρός,ζοφερός,υπεύθυνος,σοβαρός,νηφάλιος,επίσημος,σκοτεινός,πρύμνη,ευπρεπής
elfin => Ξωτικό, elf cup => Κύπελλο ξωτικό, elf => Ξωτικό, elextrometry => ηλεκτρομετρία, eleventh hour => την ενδεκάτη ώρα,