Greek Meaning of dewiness

υγρασία

Other Greek words related to υγρασία

Definitions and Meaning of dewiness in English

Webster

dewiness (n.)

State of being dewy.

FAQs About the word dewiness

υγρασία

State of being dewy.

Πράσινο,Ανώριμος,άπειρος,αθώος,αφελης,πρωτόγονος,απλός,παιδικός,δακρυόβρεκτος,αφελής

προσεκτικός,προσεκτικός,κοσμοπολίτης,κριτική,κυνικός,έμπειρος,άπιστος,γνώση,σκεπτικός,εκλεπτυσμένος

dewfall => δρόσος, dewey decimal system => Δεκαδικό σύστημα ταξινόμησης Dewey, dewey decimal classification => Ταξινόμηση Dewey, dewey => δροσερός, dewed => δροσερός,