Greek Meaning of aw-shucks

Ωχ, όχι...

Other Greek words related to Ωχ, όχι...

Definitions and Meaning of aw-shucks in English

aw-shucks

being or marked by an unsophisticated, self-conscious, or self-effacing manner

FAQs About the word aw-shucks

Ωχ, όχι...

being or marked by an unsophisticated, self-conscious, or self-effacing manner

αθώος,αφελης,πρωτόγονος,απλός,αφελή,παιδικός,παιδαριώδης,δροσερός,δακρυόβρεκτος,Πράσινο

προσεκτικός,προσεκτικός,κοσμοπολίτης,κριτική,κυνικός,έμπειρος,άπιστος,γνώση,σκεπτικός,εκλεπτυσμένος

awnings => τέντες, awes => φόβος, awards => Βραβεία, awardee => βραβευθείς, awaits => περιμένει,