Greek Meaning of cutting-edge

Υπερσύγχρονος

Other Greek words related to Υπερσύγχρονος

Definitions and Meaning of cutting-edge in English

FAQs About the word cutting-edge

Υπερσύγχρονος

προηγμένος,Σύγχρονο,μοντέρνος,νέος,Πρωτοποριακός,προοδευτικός,Τελευταίας τεχνολογίας,μη συμβατικό,εναλλακτική,πριν

συμβατικός,συνήθης,παραδοσιακό,καθιερωμένος,ορθόδοξος

cutting tool => Εργαλείο κοπής, cutting room => Μοντάζ, cutting out => κόψιμο, cutting off => κόβοντας, cutting implement => εργαλείο κοπής,