Greek Meaning of companionability
φιλικότητα
Other Greek words related to φιλικότητα
- φιλικός
- φιλεύσπλαχνος
- ζεστός
- στοργικός
- φιλικός
- φίλοι
- φιλαράκια
- φιλικός
- συντροφικός
- Φιλικός
- φιλικός
- αδελφικός
- λαμπρός
- καλόκαρδος
- χαίρετε πάντες
- γενναιόδωρος
- φιλόξενος
- αγαπώντας
- χαρούμενος
- φιλικός
- ωραίο
- Παράλυση
- γλυκό
- Θερμόκαρδος
- λατρεύω
- Φιλικός
- ευχάριστος
- προσιτός
- αδελφικός
- κοντά
- κλειστό
- αφοσιωμένος
- εξωστρεφής
- εξωστρεφής
- γνώριμος
- λαϊκός
- οπαδός
- Καλοσυνάτος
- κοινωνικός
- χαλαρός σύντροφος
- χαρούμενος
- χαρούμενος
- Φίλος
- εξωστρεφής
- κολλητός φίλος
- αδελφικός
- κοινωνικός
- Τρυφερός
- Φιλικός
- ανταγωνιστικός
- κρύος
- εχθρικός
- ανεπιθύμητος
- επιθετικός
- αλλοτριωμένος
- εμπόλεμος
- κρύος
- μαχητικός
- Αμφιλεγόμενος
- κουλ
- αποξενωμένος
- κρύο
- παγωμένος
- παγετώδης
- παγωμένος
- εχθρικός
- μαχητικός
- φιλονικός
- άγριος
- αντικοινωνικός
- χιονώδης
- επιχειρηματικός
- πολεμοχαρής
- ψυχρός
- φιλονικητής
- εχθρικός
- φτωχό
- ακοινώνητος
- χειμωνιάτικος
Nearest Words of companionability
- companion => σύντροφος
- compactness => συμπάγεια
- compactly => σφιχτά
- compaction => συμπίεση
- compact-disk burner => Εγγραφέας οπτικού δίσκου
- compact disk => Συμπαγής δίσκος
- compact disc write-once => Συμπαγής δίσκος μιας χρήσης (CD-ROM)
- compact disc recordable => Εγγράψιμος συμπαγής δίσκος
- compact disc read-only memory => Δίσκος συμπυκνωμένου δίσκου μνήμης μόνο για ανάγνωση
- compact disc => Συμπαγής δίσκος
- companionable => φιλικός
- companionableness => συντροφικότητα
- companionate => οικείος
- companionship => συντροφικότητα
- companionway => κλίμακα
- company => εταιρεία
- company man => εταιρικός άνδρας
- company name => Επωνυμία εταιρείας
- company operator => φορέας της εταιρείας
- company union => Εργατικό σωματείο
Definitions and Meaning of companionability in English
companionability (n)
suitability to be a companion
FAQs About the word companionability
φιλικότητα
suitability to be a companion
φιλικός,φιλεύσπλαχνος,ζεστός,στοργικός,φιλικός,φίλοι,φιλαράκια,φιλικός,συντροφικός,Φιλικός
ανταγωνιστικός,κρύος,εχθρικός,ανεπιθύμητος,επιθετικός,αλλοτριωμένος,εμπόλεμος,κρύος,μαχητικός,Αμφιλεγόμενος
companion => σύντροφος, compactness => συμπάγεια, compactly => σφιχτά, compaction => συμπίεση, compact-disk burner => Εγγραφέας οπτικού δίσκου,